Läävä στα ελληνικά
Μετάφραση: läävä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρίχνω, ξεφορτώνομαι, πετώ, σκουπιδότοπος, χωματερή, ένδειξης σφαλμάτων, χωματερής, dump
Μεταφράσεις
- lääkäri στα ελληνικά - γιατρός, ιατρός, γιατρό, το γιατρό, ο γιατρός, γιατρού
- lääni στα ελληνικά - χώρος, αρμοδιότητα, τμήμα, κομητεία, τομή, κυριαρχία, έδαφος, ...
- löntystää στα ελληνικά - τριποδίζω
- lörpötellä στα ελληνικά - φλυαρώ, τρίζω, φλυαρία, φλυαρίες, φλυαρίας, τερέτισμα, chatter
Τυχαίες λέξεις
Läävä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρίχνω, ξεφορτώνομαι, πετώ, σκουπιδότοπος, χωματερή, ένδειξης σφαλμάτων, χωματερής, dump
Μεταφράσεις: ρίχνω, ξεφορτώνομαι, πετώ, σκουπιδότοπος, χωματερή, ένδειξης σφαλμάτων, χωματερής, dump