Läpäistä στα ελληνικά

Μετάφραση: läpäistä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαπερνώ, διαπερνούν, διαπεράσει, διεισδύσει, διηθήματος, διαπερνά
Läpäistä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • läpitunkeva στα ελληνικά - οξυδερκής, διεισδυτικός, οξύς, διαπεραστικός, έντονος, διάτρηση, τρύπημα, ...
  • läppä στα ελληνικά - βαλβίδα, πτερύγιο, πτερυγίου, καπάκι, πτερυγίων, φτερού
  • lärvi στα ελληνικά - αντιμετωπίζω, αντικρίζω, πρόσωπο, κύρος
  • läski στα ελληνικά - χοντρός, χόνδρος, λίπος, λίπους, λιπαρά, λιπαρές ουσίες, το λίπος
Τυχαίες λέξεις
Läpäistä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαπερνώ, διαπερνούν, διαπεράσει, διεισδύσει, διηθήματος, διαπερνά