Lyhty στα ελληνικά

Μετάφραση: lyhty, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φαναράκι, λυχνία, φανός, φανάρι, λάμπα, φανού, φαναριού, φανό
Lyhty στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lyhentämätön στα ελληνικά - ασυντόμευτος, χωρίς περικοπές, περικοπές, ΠΛΉΡΕΣ
  • lyhentää στα ελληνικά - συντομεύω, βυθίζομαι, μικραίνω, κονταίνω, ναυαγώ, βυθίζω, νεροχύτης, ...
  • lyhyenläntä στα ελληνικά - shortish
  • lyhyesti στα ελληνικά - κοντολογίς, σύντομα, συντομία, εν συντομία, συνοπτικά, λίγο
Τυχαίες λέξεις
Lyhty στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φαναράκι, λυχνία, φανός, φανάρι, λάμπα, φανού, φαναριού, φανό