Myöntää στα ελληνικά
Μετάφραση: myöntää, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξομολογώ, επίδομα, διακηρύσσω, επιχορηγώ, απονέμω, παραδέχομαι, υποτροφία, αναγνωρίζω, εισάγω, αναθέτω, βραβείο, συγκατάθεση, συσκέπτομαι, κατακυρώνω, παραχωρώ, προσφέρω, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, χορηγούν, χορηγεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- myöntyä στα ελληνικά - εντρυφώ, συμφωνώ, συγκατάθεση, συναίνεση, συγκατάθεσή, τη συγκατάθεσή, συγκατάθεσης
- myöntäminen στα ελληνικά - ομολογία, διαβεβαίωση, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, χορηγούν, χορηγεί
- myös στα ελληνικά - παρομοίως, επίσης, επιπλέον, και, άλλωστε, επίσης να, επίσης και
- myöskään στα ελληνικά - είτε, ούτε, είτε να, είτε με
Τυχαίες λέξεις
Myöntää στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξομολογώ, επίδομα, διακηρύσσω, επιχορηγώ, απονέμω, παραδέχομαι, υποτροφία, αναγνωρίζω, εισάγω, αναθέτω, βραβείο, συγκατάθεση, συσκέπτομαι, κατακυρώνω, παραχωρώ, προσφέρω, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, χορηγούν, χορηγεί
Μεταφράσεις: εξομολογώ, επίδομα, διακηρύσσω, επιχορηγώ, απονέμω, παραδέχομαι, υποτροφία, αναγνωρίζω, εισάγω, αναθέτω, βραβείο, συγκατάθεση, συσκέπτομαι, κατακυρώνω, παραχωρώ, προσφέρω, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, χορηγούν, χορηγεί