Otsikko στα ελληνικά

Μετάφραση: otsikko, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηγούμαι, πορεία, τίτλος, επικεφαλίδα, κεφάλι, τίτλου, του τίτλου, τίτλο, εν επικεφαλίδι
Otsikko στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • otsake στα ελληνικά - πορεία, ηγούμαι, επικεφαλίδα, τίτλος, κεφάλι, Ονομασία, Θεματική, ...
  • otsakoriste στα ελληνικά - στέμμα, κορώνα, θήκη, κορόνα, διακόσμηση, διακόσμησης, τη διακόσμηση, ...
  • otso στα ελληνικά - υποφέρω, γεννώ
  • otsoni στα ελληνικά - όζον, όζοντος, του όζοντος, το όζον
Τυχαίες λέξεις
Otsikko στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηγούμαι, πορεία, τίτλος, επικεφαλίδα, κεφάλι, τίτλου, του τίτλου, τίτλο, εν επικεφαλίδι