Pääty στα ελληνικά
Μετάφραση: pääty, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κεφάλι, τέλος, ηγούμαι, τελειώνω, αέτωμα, αετώματος, πυραμιδωτό, οροφή τριγωνικού πρίσματος, δίρριχτη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- päättäväisyys στα ελληνικά - αποφασιστικότητα, προσδιορισμός, καθορισμός, προσδιορισμό, καθορισμό
- päättää στα ελληνικά - τερματισμός, δικάζω, αποφασίζω, καταλήγω, ολοκληρώνω, περατώνω, προσδιορίζω, ...
- päätön στα ελληνικά - ανόητος, απίστευτος, παράλογος, ακέφαλος, ακέφαλο, ακέφαλη, αποκεφαλισμένοι, ...
- päätös στα ελληνικά - απόφαση, φινάλε, κοντά, διάταγμα, κυρίαρχος, αποφασιστικότητα, τέλος, ...
Τυχαίες λέξεις
Pääty στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κεφάλι, τέλος, ηγούμαι, τελειώνω, αέτωμα, αετώματος, πυραμιδωτό, οροφή τριγωνικού πρίσματος, δίρριχτη
Μεταφράσεις: κεφάλι, τέλος, ηγούμαι, τελειώνω, αέτωμα, αετώματος, πυραμιδωτό, οροφή τριγωνικού πρίσματος, δίρριχτη