Päivittäinen στα ελληνικά

Μετάφραση: päivittäinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθημερινός, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες
Päivittäinen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • päivetys στα ελληνικά - μαυρίζω, καφετί, βυρσοδεψώ, μαύρισμα, tan, αχυρόχρωμο, καφέ, ...
  • päivitellä στα ελληνικά - αναβαθμίζω, αναβάθμιση, για την ενημέρωση, για να ενημερώσετε, να ενημερώσετε, την ενημέρωση, να ενημερώσει
  • päivittää στα ελληνικά - αναβαθμίζω, αναβάθμιση, ενημέρωση, επικαιροποίηση, ενημερωμένη έκδοση, ενημερωμένη, ενημερωμένης έκδοσης
  • päivitys στα ελληνικά - αναβάθμιση, αναβαθμίζω, ενημέρωση, επικαιροποίηση, ενημερωμένη έκδοση, ενημερωμένη, ενημερωμένης έκδοσης
Τυχαίες λέξεις
Päivittäinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθημερινός, καθημερινά, καθημερινή, ημερήσια, καθημερινές, ημερήσιες