Perä στα ελληνικά

Μετάφραση: perä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απόθεμα, παρακρατώ, βλοσυρός, αυστηρός, πρύμνη, ουρά, πρύμνης, εσω
Perä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • perversio στα ελληνικά - διαστροφή, διαστροφής, διαστρέβλωση, τη διαστροφή, ανωμαλία
  • perverssi στα ελληνικά - λοξός, kinky, σγουρά, κοντά και σγουρά, εκκεντρισμός
  • peräkammari στα ελληνικά - κρεβατοκάμαρα, υπνοδωμάτιο, πίσω, πλάτη, πίσω μέρος, άμυνα, back
  • peräkkäinen στα ελληνικά - αλλεπάλληλος, διαδοχικός, διαδοχικές, συνεχόμενες, συνεχόμενα, διαδοχικών, συνεχόμενη
Τυχαίες λέξεις
Perä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απόθεμα, παρακρατώ, βλοσυρός, αυστηρός, πρύμνη, ουρά, πρύμνης, εσω