Peti στα ελληνικά

Μετάφραση: peti, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρεβάτι, κλίνης, κλίνη, κρεβατιού, bed
Peti στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pesänselvitys στα ελληνικά - ρευστοποίηση, εκκαθάριση
  • pesäpaikka στα ελληνικά - φωλιά, κάθισμα, καθίζω, κέντρο, θαλάμη, φωλιάζω, στοιχειώνω, ...
  • petkele στα ελληνικά - γουδοχέρι, ύπερο, ύπερος, ιγδίο, υπέρου
  • petkuttaa στα ελληνικά - λαξεύω, προδίδω, κλέβω, φενακίζω, επιβάλλω, εξαπατώ, μπλόφα, ...
Τυχαίες λέξεις
Peti στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρεβάτι, κλίνης, κλίνη, κρεβατιού, bed