Pettää στα ελληνικά
Μετάφραση: pettää, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλέβω, επιβάλλω, φενακίζω, αποδυναμώνω, αποδυναμώνομαι, ζαβολιάρης, προδίδω, εξαπατώ, εξαπατήσει, εξαπατούν, παραπλανήσουν, εξαπατήσουν, παραπλανήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pettävyys στα ελληνικά - πανουργία, είναι παραπλανητική, απατηλότητας, παραπλανητική σε, είναι παραπλανητική σε
- pettävä στα ελληνικά - απατηλός, παραπλανητικός, παραπλανητικές, παραπλανητικό, παραπλανητική, απατηλό, παραπλανητικών
- petäjä στα ελληνικά - πεύκο, είδος μεγάλου δένδρου της καλιφόρνιας, Sequoia, Σεκόια, σεκόιας, η Sequoia
- peukalo στα ελληνικά - αντίχειρας, αντίχειρα, τον αντίχειρα, αντίχειρά, τον αντίχειρά
Τυχαίες λέξεις
Pettää στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλέβω, επιβάλλω, φενακίζω, αποδυναμώνω, αποδυναμώνομαι, ζαβολιάρης, προδίδω, εξαπατώ, εξαπατήσει, εξαπατούν, παραπλανήσουν, εξαπατήσουν, παραπλανήσει
Μεταφράσεις: κλέβω, επιβάλλω, φενακίζω, αποδυναμώνω, αποδυναμώνομαι, ζαβολιάρης, προδίδω, εξαπατώ, εξαπατήσει, εξαπατούν, παραπλανήσουν, εξαπατήσουν, παραπλανήσει