Pikainen στα ελληνικά

Μετάφραση: pikainen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύντομος, γοργός, γρήγορος, έγκαιρη, άμεση, προτροπή, γραμμή, ταχεία
Pikainen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • piispa στα ελληνικά - επίσκοπος, επισκόπου, επίσκοπο, Bishop, ο Επίσκοπος
  • piitata στα ελληνικά - ανησυχώ, φροντίδα, έννοια, φροντίζω, αγνοείται, αγνοούνται, αγνοηθεί, ...
  • pikakirjoittaja στα ελληνικά - στενογράφος, στενογράφο, στενογράφος του, στενογράφου, στενογράφοι
  • pikakirjoitus στα ελληνικά - στενογραφία, Στενογραφίας
Τυχαίες λέξεις
Pikainen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύντομος, γοργός, γρήγορος, έγκαιρη, άμεση, προτροπή, γραμμή, ταχεία