Puhde στα ελληνικά
Μετάφραση: puhde, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δουλειά, καθήκον
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- puhdasrotuinen στα ελληνικά - καθαρόαιμο, καθαρής φυλής, καθαρόαιμων, καθαρόαιμα, καθαρόαιμους
- puhdasverinen στα ελληνικά - ράτσα, οικογένεια, καθαρόαιμος
- puhdistaa στα ελληνικά - βελτιώνω, ραφινάρω, εκκενώνω, καθαρός, καθαρίζω, εκκαθάριση, καθαρίσει, ...
- puhdistaminen στα ελληνικά - πλύση, κάθαρση, καθαρισμό, καθαρισμού, καθαρισμός, τον καθαρισμό
Τυχαίες λέξεις
Puhde στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δουλειά, καθήκον
Μεταφράσεις: δουλειά, καθήκον