Pukineet στα ελληνικά

Μετάφραση: pukineet, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρούχα, ρουχισμός, ενδύματα, ενδυμάτων, τα ενδύματα, ενδύματα που
Pukineet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pukeutua στα ελληνικά - ντύνω, φόρεμα, ντύνομαι, ρούχο, το φόρεμα, φορεμάτων, φόρεμά, ...
  • pukine στα ελληνικά - ύφασμα, πανί, ρούχο, ένδυμα, ενδύματος, ενδυμάτων, ένδυσης
  • pukkaus στα ελληνικά - κεφαλιά, επικεφαλίδα, κεφαλίδα, header, μπάλα, απομακρύνοντας τη μπάλα
  • pukki στα ελληνικά - εμβολίζω, άλογο, κριάρι, αίξ, buck, το buck, δολάριο, ...
Τυχαίες λέξεις
Pukineet στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρούχα, ρουχισμός, ενδύματα, ενδυμάτων, τα ενδύματα, ενδύματα που