Särkeä στα ελληνικά

Μετάφραση: särkeä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεσπώ, καταστρέφω, ζουλώ, συντρίβω, χτυπώ, κομματιάζω, ξέσπασμα, διάλλειμα, πενθώ, διάλειμμα, πονώ, κλαίω, πληγώνω, πεύκο, συνθλίβω, τραυματίζω, σπάσιμο, Smash, συντριβή, συντριβής, τρομερή
Särkeä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kiittää στα ελληνικά - ευχαριστώ, ευχαριστήσω, ευχαριστήσω τον, ευχαριστούμε, ευχαριστήσουμε
  • metri στα ελληνικά - μέτρο, μετρητής, μετρητή, μέτρων, μέτρου
  • mukana στα ελληνικά - παρουσιάζω, παρών, δώρο, με, με το, με την, με τις, ...
  • määrääminen στα ελληνικά - ταυτότητα, παραγραφή, προσδιορισμός, αποφασιστικότητα, καθορισμός, προσδιορισμό, καθορισμό
Τυχαίες λέξεις
Särkeä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεσπώ, καταστρέφω, ζουλώ, συντρίβω, χτυπώ, κομματιάζω, ξέσπασμα, διάλλειμα, πενθώ, διάλειμμα, πονώ, κλαίω, πληγώνω, πεύκο, συνθλίβω, τραυματίζω, σπάσιμο, Smash, συντριβή, συντριβής, τρομερή