Tarkoittaa στα ελληνικά

Μετάφραση: tarkoittaa, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκοπεύω, εννοώ, μέσο, μέσος, σημαίνει, νοείται
Tarkoittaa στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • erityisen στα ελληνικά - ιδίως, ειδικά, ιδιαίτερα, ιδιαιτέρως, ειδικότερα, κυρίως
  • hiota στα ελληνικά - ιδρώτας, ιδρώτα, τον ιδρώτα, του ιδρώτα, ιδρωτοποιούς
  • mieluisa στα ελληνικά - ευχάριστος, τερπνός, ευάρεστος, ευφρόσυνος, καλωσόρισμα, ευπρόσδεκτος, ευπρόσδεκτη, ...
  • pyhäkkö στα ελληνικά - λάρνακα, παρεκκλήσι, καταφύγιο, βωμός, λειψανοθήκη, ναός, ιερό, ...
Τυχαίες λέξεις
Tarkoittaa στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκοπεύω, εννοώ, μέσο, μέσος, σημαίνει, νοείται