Tenho στα ελληνικά

Μετάφραση: tenho, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αίγλη, γοητεία, λάμψη, γοητείας, την αίγλη
Tenho στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kaupustella στα ελληνικά - κλυδωνίζομαι, είμαι γυρολόγος, πλασάρουν, πουλήσουν λιανικώς, πουλήσει λιανικώς, πουλήσει λιανικώς τα
  • kinner στα ελληνικά - ενεχυριάζω, ταρσός, αμανάτι, ενέχυρο, φυλακή
  • maaherra στα ελληνικά - κυβερνήτης, κυβερνήτη, Διοικητή, διοικητής, Governor
  • oppi-isä στα ελληνικά - καθηγητής, δεξιοτέχνης, φασκόμηλο, φασκομηλιά, δάσκαλος, δασκάλα, κύριος, ...
Τυχαίες λέξεις
Tenho στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αίγλη, γοητεία, λάμψη, γοητείας, την αίγλη