Vauhko στα ελληνικά

Μετάφραση: vauhko, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ντροπαλός, ζωηρός, συνεσταλμένος, δειλός, αναστατώνω, ταραγμένος, άγριος, έξαλλος, παραλήρημα, Raving, παραληρών, παραπληρών
Vauhko στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • huonovointinen στα ελληνικά - αδιάθετος, άρρωστος, φιλάσθενος, αδιαθεσία, καλά, αδιαθεσίας, άσχημα
  • kurainen στα ελληνικά - λασπωμένος, λασπώδης, ιλυώδης, θολός, λασπώδη, λασπωμένο
  • nappula στα ελληνικά - αγόρι, κουμπί, πλήκτρο, το κουμπί, κουμπιού, το πλήκτρο
  • oppiminen στα ελληνικά - απόκτημα, απόκτηση, μάθηση, μάθησης, εκμάθησης, εκμάθηση, εκπαίδευσης
Τυχαίες λέξεις
Vauhko στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ντροπαλός, ζωηρός, συνεσταλμένος, δειλός, αναστατώνω, ταραγμένος, άγριος, έξαλλος, παραλήρημα, Raving, παραληρών, παραπληρών