Venyttää στα ελληνικά
Μετάφραση: venyttää, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τεντώνω, τεντώνομαι, εκτείνομαι, τεζάρω, τέντωμα, έκταση, τεντώστε, stretch, επιμήκυνση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hinkalo στα ελληνικά - κάδος, bin, Μπιν, κάδο, δοχείο
- ikävöidä στα ελληνικά - ατονώ, δεσποινίς, αστοχώ, μεγάλος, χάνω, μακρύς, ποθώ, ...
- nuori metsä στα ελληνικά - πινέλο, βούρτσα, ρουμάνι, βουρτσίζω, σκούπα, νεαρό, νεαρός, ...
- okainen στα ελληνικά - ευερέθιστος, δύσκολος, ακανθώδης
Τυχαίες λέξεις
Venyttää στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τεντώνω, τεντώνομαι, εκτείνομαι, τεζάρω, τέντωμα, έκταση, τεντώστε, stretch, επιμήκυνση
Μεταφράσεις: τεντώνω, τεντώνομαι, εκτείνομαι, τεζάρω, τέντωμα, έκταση, τεντώστε, stretch, επιμήκυνση