Vieno στα ελληνικά
Μετάφραση: vieno, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιποθυμώ, αμυδρός, απαλός, φωτίζω, ασθενικός, ξανθός, φωτερός, ανίσχυρος, ήπιος, ανάβω, χαμηλός, ευγενικός, μαλακός, πράος, αδύναμος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ajanviete στα ελληνικά - χόμπι, καταδίωξη, δεντρογέρακας, ασχολία, ψυχαγωγία, ενασχόληση, απασχόληση, ...
- hapuilla στα ελληνικά - παραπαίω, εξερευνώ, εξετάζω, καθετήρας, παραδέρνω, ψηλαφώ, ψηλαφίζουμε, ...
- kaistale στα ελληνικά - κλώνος, νήμα, κορδέλα, εξοκέλλω, λωρίδα, ταινία, ταινίας, ...
- milloinkaan στα ελληνικά - ποτέ, πάντα, συνεχώς, ολοένα, όλο
Τυχαίες λέξεις
Vieno στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιποθυμώ, αμυδρός, απαλός, φωτίζω, ασθενικός, ξανθός, φωτερός, ανίσχυρος, ήπιος, ανάβω, χαμηλός, ευγενικός, μαλακός, πράος, αδύναμος
Μεταφράσεις: λιποθυμώ, αμυδρός, απαλός, φωτίζω, ασθενικός, ξανθός, φωτερός, ανίσχυρος, ήπιος, ανάβω, χαμηλός, ευγενικός, μαλακός, πράος, αδύναμος