Viikko στα ελληνικά

Μετάφραση: viikko, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εβδομάδα, την εβδομάδα, εβδομάδας, εβδομάδων, βδομάδα
Viikko στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ilme στα ελληνικά - βλέμμα, όψη, εμφάνιση, ανέχομαι, κοιτάζω, έκφραση, φαίνομαι, ...
  • määrittää στα ελληνικά - εξακριβώνω, διαπιστώνω, αποφασίζω, υπολογίζω, καθορίζω, προσδιορίζω, καθορίσει, ...
  • osittain στα ελληνικά - μερικώς, εν μέρει, μέρει, μερική, μερικά
  • protestoida στα ελληνικά - διαμαρτύρομαι, διαμαρτυρία, διαμαρτυρίες, διαμαρτυρίας, ένδειξη διαμαρτυρίας, διαδήλωση
Τυχαίες λέξεις
Viikko στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εβδομάδα, την εβδομάδα, εβδομάδας, εβδομάδων, βδομάδα