Vouhottaa στα ελληνικά
Μετάφραση: vouhottaa, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διθυραμβικός, ψιττακίζω, ενθουσιώδης, φασαρία, αναστάτωση, κόπο, θόρυβο, θόρυβος
Μεταφράσεις
- johtaja στα ελληνικά - κεφάλι, αφέντης, μετρ, σκηνοθέτης, ηγετικός, διευθυντής, αφεντικό, ...
- kiihtyvyys στα ελληνικά - επίσπευση, επιτάχυνση, επιτάχυνσης, την επιτάχυνση, επιταχύνσεως, της επιτάχυνσης
- kirjapaino στα ελληνικά - εκτύπωση, Τυπογραφείο, Τυπογραφείου, Τυπογραφείον, Εκδοτικός οίκος
- pyykki στα ελληνικά - πλύση, πλυντήριο, πλυντήριο ρούχων, πλυντηρίου, πλυντηρίων, πλυντηρίων ρούχων
Τυχαίες λέξεις
Vouhottaa στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διθυραμβικός, ψιττακίζω, ενθουσιώδης, φασαρία, αναστάτωση, κόπο, θόρυβο, θόρυβος
Μεταφράσεις: διθυραμβικός, ψιττακίζω, ενθουσιώδης, φασαρία, αναστάτωση, κόπο, θόρυβο, θόρυβος