Yhtäaikaisesti στα ελληνικά
Μετάφραση: yhtäaikaisesti, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταυτόχρονα, συγχρόνως, ταυτοχρόνως, ταυτόχρονη, παράλληλα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- edistää στα ελληνικά - προάγω, αυξάνω, περαιτέρω, ενθαρρύνω, μακρύτερος, ανεβάζω, προκαταβάλλω, ...
- jäävätä στα ελληνικά - απενεργοποιώ, αχρηστεύω, πρόκληση, πρόκλησης, την πρόκληση, πρόκληση που, πρόκληση για
- kierre στα ελληνικά - περιστρέφομαι, γνέθω, στριφογυρίζω, ελικοειδής, νήμα, το νήμα, σπείρωμα, ...
- myönnytys στα ελληνικά - παραχώρηση, παραχώρησης, παραχωρήσεως, εκχώρησης, σύμβαση παραχώρησης
Τυχαίες λέξεις
Yhtäaikaisesti στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταυτόχρονα, συγχρόνως, ταυτοχρόνως, ταυτόχρονη, παράλληλα
Μεταφράσεις: ταυτόχρονα, συγχρόνως, ταυτοχρόνως, ταυτόχρονη, παράλληλα