Awakening στα ελληνικά

Μετάφραση: awakening, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξύπνημα
Awakening στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • awakened στα ελληνικά - ξύπνησε, ξυπνήσει, αφυπνιστεί, αφυπνισθεί, αφύπνισε
  • awakener στα ελληνικά - αφυπνιστής, το awakener
  • awakenings στα ελληνικά - αφυπνίσεις, ξυπνήματα, αφυπνίσεων, ξυπνημάτων, ξύπνημα
  • awakens στα ελληνικά - ξυπνά, ξυπνάει, αφυπνίζει, αφυπνίζεται, αφυπνίσει
Τυχαίες λέξεις
Awakening στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξύπνημα