Commit στα ελληνικά

Μετάφραση: commit, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαπράττω, κάνω, δεσμεύω
Commit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aerodynamic στα ελληνικά - αεροδυναμικός, αεροδυναμική, αεροδυναμικές, αεροδυναμικής, αεροδυναμικό
  • alluvial στα ελληνικά - προσχωματικός
  • bedecked στα ελληνικά - στολισμένος
  • burrs στα ελληνικά - γρέζια, ρινίσματα, γρεζιών, ρινισμάτων, τα γρέζια
Τυχαίες λέξεις
Commit στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαπράττω, κάνω, δεσμεύω