Distribute στα ελληνικά
Μετάφραση: distribute, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μοιράζω, απονέμω, διανέμω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- actors στα ελληνικά - φορείς, ηθοποιοί, φορέων, ηθοποιούς, παράγοντες
- bequeathing στα ελληνικά - κληροδοτώντας
Τυχαίες λέξεις
Distribute στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μοιράζω, απονέμω, διανέμω
Μεταφράσεις: μοιράζω, απονέμω, διανέμω