Inhibit στα ελληνικά

Μετάφραση: inhibit, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιορίζω, παρεμποδίζω
Inhibit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • benedictions στα ελληνικά - ευχών, ευλογίες, ευχές, τις ευλογίες, μακαρισμοί
  • cassette στα ελληνικά - κασέτα
Τυχαίες λέξεις
Inhibit στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιορίζω, παρεμποδίζω