Intention στα ελληνικά

Μετάφραση: intention, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκοπός, προαίρεση, πρόθεση
Intention στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • advantaged στα ελληνικά - ευνοημένες, ευνοημένα, ευνοημένων, προνομιούχων, ευνοούμενη
  • alkalize στα ελληνικά - αλκαλοποιώ, αλκαλικό, αλκαλοποιώ το, κάνει αλκαλικό
  • bandoleer στα ελληνικά - ζώνη φυσιγγίων
Τυχαίες λέξεις
Intention στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκοπός, προαίρεση, πρόθεση