Nourishment στα ελληνικά

Μετάφραση: nourishment, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τροφή, θρέψη
Nourishment στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • afflatus στα ελληνικά - έμπνευση
  • avoider στα ελληνικά - αποφεύγων, αποφεύγων το
  • backscatter στα ελληνικά - οπισθοσκέδασης, επανασκεδασμό, οπισθοδιασποράς, οπισθοσκεδασμό, οπισθοσκεδασμού
  • catholicity στα ελληνικά - καθολικότητα, καθολικότητας, καθολικότητά, καθολικότης, οικουμενικότητα
Τυχαίες λέξεις
Nourishment στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τροφή, θρέψη