Practise στα ελληνικά

Μετάφραση: practise, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξασκώ, ασκώ, πρακτική, πράξη, πρακτικής, πρακτικών, πρακτικές
Practise στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • averages στα ελληνικά - μέσοι όροι, μέσους όρους, μέσους, μέσοι, μέσο όρο
  • barge στα ελληνικά - μαούνα
  • born στα ελληνικά - γεννώ, γεννημένος, Γεννήθηκε, Born, Born της
  • breech στα ελληνικά - ουραίο
Τυχαίες λέξεις
Practise στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξασκώ, ασκώ, πρακτική, πράξη, πρακτικής, πρακτικών, πρακτικές