Short-sighted στα ελληνικά
Μετάφραση: short-sighted, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μυωπικός, κοντόφθαλμη, κοντόφθαλμο, μυωπική, κοντόφθαλμες, κοντόφθαλμης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- baiter στα ελληνικά - δελεαστής
- borders στα ελληνικά - σύνορα, συνόρων, τα σύνορα, των συνόρων, σύνορά
- bow-backed στα ελληνικά - τόξο, πλώρη, υποκύψει, υποκύψουν, φιόγκο
Τυχαίες λέξεις
Short-sighted στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μυωπικός, κοντόφθαλμη, κοντόφθαλμο, μυωπική, κοντόφθαλμες, κοντόφθαλμης
Μεταφράσεις: μυωπικός, κοντόφθαλμη, κοντόφθαλμο, μυωπική, κοντόφθαλμες, κοντόφθαλμης