Slightly στα ελληνικά

Μετάφραση: slightly, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λίγο, ελαφρώς, ελαφρά, ελάχιστα, κάπως
Slightly στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aftershave στα ελληνικά - μετά το ξύρισμα, για μετά το ξύρισμα, ξύρισμα
  • animist στα ελληνικά - ανιμιστές, ανιμιστών, ανιμιστικές
  • arrivals στα ελληνικά - αφίξεις, αφίξεων, οι αφίξεις, τις αφίξεις, παραλαβές
  • average στα ελληνικά - μέσος, μέσος όρος, μέσο όρο, μέση, μέσο
Τυχαίες λέξεις
Slightly στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λίγο, ελαφρώς, ελαφρά, ελάχιστα, κάπως