Tiredness στα ελληνικά

Μετάφραση: tiredness, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόπωση, κούραση, κόπωσης, κούρασης, η κούραση
Tiredness στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • air-impermeable στα ελληνικά - αεροστεγή, αεροστεγείς, αδιαπέραστες από αέρα, αδιαπέρατα από τον αέρα
  • canaille στα ελληνικά - όχλος, Canaille
  • candidacies στα ελληνικά - υποψηφιότητες, υποψηφιοτήτων, υποψηφιότητας, υποψηφιότητές, τις υποψηφιότητες
Τυχαίες λέξεις
Tiredness στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόπωση, κούραση, κόπωσης, κούρασης, η κούραση