Will στα ελληνικά

Μετάφραση: will, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θέληση, διαθήκη, προαίρεση
Will στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • argues στα ελληνικά - υποστηρίζει, ισχυρίζεται, προβάλλει, διατείνεται, θεωρεί
  • boxwood στα ελληνικά - πύξος, πυξάρι, το πυξάρι, πυξαριού
Τυχαίες λέξεις
Will στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θέληση, διαθήκη, προαίρεση