Gërshet στα ελληνικά
Μετάφραση: gërshet, Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αλβανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοτσίδα, πτυχή, πλεξίδα, σχεδιάζω, γήπεδο, plat, πλατφόρμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- gërmim στα ελληνικά - ανασκαφή, εκσκαφή, εκσκαφής, ανασκαφής, ανασκαφών
- gërmoj στα ελληνικά - σαρκασμός, κέντρισμα, νύξη, σκάβω, ανασκαφή, σκάβουν, dig, ...
- gërshetoj στα ελληνικά - ζαρώνω, πλέκω, θρέφω, συνυφαίνω, συμπεριπλέκω, διάπλεξης, interlace, ...
- gërshërë στα ελληνικά - ψαλίδι, ψαλίδια, το ψαλίδι, ψαλιδιού, ψαλιδιών
Τυχαίες λέξεις
Gërshet στα ελληνικά - Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοτσίδα, πτυχή, πλεξίδα, σχεδιάζω, γήπεδο, plat, πλατφόρμα
Μεταφράσεις: κοτσίδα, πτυχή, πλεξίδα, σχεδιάζω, γήπεδο, plat, πλατφόρμα