Алчност στα ελληνικά
Μετάφραση: алчност, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φιλαργυρία, τσιγκουνιά, πλεονεξία, φιλαργυρίας, την πλεονεξία, τη φιλαργυρία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- алхимик στα ελληνικά - αλχημιστής, αλχημιστή, Alchemist, του Αλχημιστή, ο αλχημιστής
- алхимия στα ελληνικά - αλχημεία, αλχημείας, η αλχημεία, την αλχημεία, alchemy
- амалгама στα ελληνικά - μίγμα, αμάλγαμα, αμαλγάματος, αμαλγάματα, αμαλγαμάτων, κράμα
- амбразура στα ελληνικά - διέξοδος, εξαερισμού, αερισμού, εξαερισμός, διέξοδο
Τυχαίες λέξεις
Алчност στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φιλαργυρία, τσιγκουνιά, πλεονεξία, φιλαργυρίας, την πλεονεξία, τη φιλαργυρία
Μεταφράσεις: φιλαργυρία, τσιγκουνιά, πλεονεξία, φιλαργυρίας, την πλεονεξία, τη φιλαργυρία