Τσιγκουνιά στα βουλγαρικά
Μετάφραση: τσιγκουνιά, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
алчност, niggardliness
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσιγκουνιά
τσιγκουνιά ψυχολογία, τσιγκουνιά και μιζέρια σε άντρα, συναισθηματική τσιγκουνιά, τσιγκουνιά συνώνυμα, ονειροκριτης τσιγκουνιά, τσιγκουνιά λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, τσιγκουνιά στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- τσιγκλώ στα βουλγαρικά - толкоз, Ciglane
- τσιγκουνεύομαι στα βουλγαρικά - ограничение, спирам, ограничавам се, ограничавам, престой, работата му
- τσιγκούνης στα βουλγαρικά - оскъден, скъпернически, стиснат, стиснати, пестете
- τσιλιαδόρος στα βουλγαρικά - наблюдение, Lookout, оглеждане, Място с изглед, наблюдателната, нащрек
Τυχαίες λέξεις
Τσιγκουνιά στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: алчност, niggardliness
Μεταφράσεις: алчност, niggardliness