Долина στα ελληνικά

Μετάφραση: долина, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοιλάδα, Valley, κοιλάδας, κοιλάδα του, πεδιάδα
Долина στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • документиране στα ελληνικά - τεκμηρίωση, τεκμηρίωσης, έγγραφα, φάκελο, εγγράφων
  • долен στα ελληνικά - πρέπει, μούστος, χαμηλότερος, κάτω, χαμηλότερο, χαμηλότερη, κατώτερο
  • доля στα ελληνικά - κλάσμα, Dolya
  • дом στα ελληνικά - οίκος, σπίτι, Αρχική σελίδα, το σπίτι, στο σπίτι, σπιτιού
Τυχαίες λέξεις
Долина στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοιλάδα, Valley, κοιλάδας, κοιλάδα του, πεδιάδα