Зной στα ελληνικά
Μετάφραση: зной, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κακός, σατανικός, ιδρώνω, καυσώνω, εφίδρωσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- значение στα ελληνικά - έννοια, σημασία, ύλη, ζήτημα, θέμα, θέματος, ύλης
- зная στα ελληνικά - γνωρίζω, ξέρω, γνωρίζουν, γνωρίζετε, ξέρετε
- знойния στα ελληνικά - φλογισμένος, καυτερός, ένα καυτό, ένα θερμό, μια καυτή, θερμού, καυτό
- зоб στα ελληνικά - τροφή, ζωοτροφών, ζωοτροφές, τροφοδοσίας, των ζωοτροφών
Τυχαίες λέξεις
Зной στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κακός, σατανικός, ιδρώνω, καυσώνω, εφίδρωσης
Μεταφράσεις: κακός, σατανικός, ιδρώνω, καυσώνω, εφίδρωσης