Слушате στα ελληνικά
Μετάφραση: слушате, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αφουγκράζομαι, ακούω, ακούσετε, να ακούσετε, ακούν, ακούτε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- случайно στα ελληνικά - πότε-, περιοδικά, λάθος, κατά λάθος, τυχαία
- случка στα ελληνικά - επεισόδιο, συμβάν, περίπτωση, εκδήλωση, γεγονός, περιπτώσει
- слънце στα ελληνικά - ήλιος, ήλιο, ήλιου, τον ήλιο, στον ήλιο
- слънчоглед στα ελληνικά - ήλιος, ηλιοτρόπιο, ηλιέλαιο, ηλίανθου, ηλίανθο, ηλίανθος
Τυχαίες λέξεις
Слушате στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αφουγκράζομαι, ακούω, ακούσετε, να ακούσετε, ακούν, ακούτε
Μεταφράσεις: αφουγκράζομαι, ακούω, ακούσετε, να ακούσετε, ακούν, ακούτε