Труд στα ελληνικά

Μετάφραση: труд, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εργασία, μόχθος, εργάζομαι, κοπιάζω, κόπος, εργασίας, εργατικού δυναμικού, της εργασίας, δυναμικού
Труд στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • трофей στα ελληνικά - κύπελλο, τρόπαιο, το τρόπαιο, έπαθλο, τροπαίου, τρόπαιο του
  • трубадур στα ελληνικά - τροβαδούρος, τροβαδούρο, τροβαδούρου, τροβαδούρων, ραψωδός
  • трудили στα ελληνικά - βράκα, εργάστηκε, εργάστηκαν, εργαστεί, δούλεψε, λειτούργησε
  • трудности στα ελληνικά - δυσκολία, δυσχέρεια, δυσκολίες, δυσχέρειες, δυσκολιών, τις δυσκολίες, δυσκολίες που
Τυχαίες λέξεις
Труд στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εργασία, μόχθος, εργάζομαι, κοπιάζω, κόπος, εργασίας, εργατικού δυναμικού, της εργασίας, δυναμικού