Accéder στα ελληνικά
Μετάφραση: accéder, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγκατανεύω, πλησιάζω, προσέγγιση, μέθοδος, πρόσβαση, προσπέλαση, προσεγγίζω, αποδέχομαι, πρόσβασης, την πρόσβαση, πρόσβαση στο, η πρόσβαση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accéda στα ελληνικά - προσχώρησαν, προσχωρήσει, προσχώρησε, προσχώρηση, έχουν προσχωρήσει
- accédez στα ελληνικά - πρόσβαση, προσπέλαση, πρόσβασης, την πρόσβαση, πρόσβαση στο, η πρόσβαση
- accédons στα ελληνικά - προσπέλαση, πρόσβαση, έχουν πρόσβαση, αποκτούν πρόσβαση, προσπελαύνουν
Τυχαίες λέξεις
Accéder στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγκατανεύω, πλησιάζω, προσέγγιση, μέθοδος, πρόσβαση, προσπέλαση, προσεγγίζω, αποδέχομαι, πρόσβασης, την πρόσβαση, πρόσβαση στο, η πρόσβαση
Μεταφράσεις: συγκατανεύω, πλησιάζω, προσέγγιση, μέθοδος, πρόσβαση, προσπέλαση, προσεγγίζω, αποδέχομαι, πρόσβασης, την πρόσβαση, πρόσβαση στο, η πρόσβαση