Centrale στα ελληνικά

Μετάφραση: centrale, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαφωνία, ανταλλάσσω, συνάλλαγμα, λογομαχία, μονάδα παραγωγής ενέργειας, σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, σταθμού, μονάδας παραγωγής ενέργειας, σταθμού ηλεκτροπαραγωγής
Centrale στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • centième στα ελληνικά - εκατοστός, εκατοστό, εκατοστή, εκατοστά, εκατοστού
  • central στα ελληνικά - σημαντικός, διαφωνία, πρωτεύουσα, ψηλός, πρώτος, ταγματάρχης, κέντρο, ...
Τυχαίες λέξεις
Centrale στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαφωνία, ανταλλάσσω, συνάλλαγμα, λογομαχία, μονάδα παραγωγής ενέργειας, σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, σταθμού, μονάδας παραγωγής ενέργειας, σταθμού ηλεκτροπαραγωγής