Certitude στα ελληνικά
Μετάφραση: certitude, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντίκρισμα, εχεμύθεια, εμπιστοσύνη, διαβεβαίωση, σιγουριά, αυτοπεποίθηση, βεβαιότητα, εγγύηση, ασφάλεια, αξιοπιστία, σταθερότητα, δικαίου, του δικαίου, ασφάλειας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- certifiées στα ελληνικά - πιστοποιημένο, πιστοποιημένα, πιστοποιημένη, πιστοποιείται, πιστοποιηθεί
- certifiés στα ελληνικά - Πιστοποιημένοι, Πιστοποιημένα, Πιστοποιημένη, Πιστοποιημένο, Certified
- cerveau στα ελληνικά - εγκέφαλος, εγκεφάλου, εγκέφαλο, του εγκεφάλου, εγκεφάλων
- cerveaux στα ελληνικά - εγκέφαλος, εγκεφάλους, εγκέφαλοι, μυαλά, εγκεφάλων, οι εγκέφαλοι
Τυχαίες λέξεις
Certitude στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντίκρισμα, εχεμύθεια, εμπιστοσύνη, διαβεβαίωση, σιγουριά, αυτοπεποίθηση, βεβαιότητα, εγγύηση, ασφάλεια, αξιοπιστία, σταθερότητα, δικαίου, του δικαίου, ασφάλειας
Μεταφράσεις: αντίκρισμα, εχεμύθεια, εμπιστοσύνη, διαβεβαίωση, σιγουριά, αυτοπεποίθηση, βεβαιότητα, εγγύηση, ασφάλεια, αξιοπιστία, σταθερότητα, δικαίου, του δικαίου, ασφάλειας