Confidence στα ελληνικά
Μετάφραση: confidence, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμπιστοσύνη, εχεμύθεια, αυτοπεποίθηση, την εμπιστοσύνη, της εμπιστοσύνης, εμπιστοσύνη των
Μεταφράσεις
- acabit στα ελληνικά - διαμέτρημα, ολική, ευγενικός, πλήττω, καλός, ποιότητα, είδος, ...
- aplanissez στα ελληνικά - επίπεδο, κάνει, κάνουν, να κάνει, να, κάνετε
- bâiller στα ελληνικά - χασμουριέμαι, χασμουρητό, το χασμουρητό, χασμουριόμαστε, να χασμουριέται, λέμβος
- commandées στα ελληνικά - διέταξε, παραγγείλει, καταδικάζεται, εντολή, καταδικαστεί
Τυχαίες λέξεις
Confidence στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμπιστοσύνη, εχεμύθεια, αυτοπεποίθηση, την εμπιστοσύνη, της εμπιστοσύνης, εμπιστοσύνη των
Μεταφράσεις: εμπιστοσύνη, εχεμύθεια, αυτοπεποίθηση, την εμπιστοσύνη, της εμπιστοσύνης, εμπιστοσύνη των