Frénétique στα ελληνικά
Μετάφραση: frénétique, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξέφρενος, πρόχειρος, φρενιτιώδης, μανιώδης, τραχύς, άγριος, πολυτάραχος, σκληρός, μανιασμένος, θυελλώδης, έξαλλος, ξέφρενη, ξέφρενο, φρενήρη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abondée στα ελληνικά - πλειστηριασμό, δημοπρατούνται, δημοπρατήθηκαν, δημοπρατηθεί, δημοπρατηθούν
- balade στα ελληνικά - περπατώ, σεργιανίζω, σουλατσάρω, εκδρομή, βόλτα, με το, διαδρομή, ...
- bénissons στα ελληνικά - ευλογώ, ευλογεί, ευλογήσει, να ευλογεί, ευλογούν
Τυχαίες λέξεις
Frénétique στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξέφρενος, πρόχειρος, φρενιτιώδης, μανιώδης, τραχύς, άγριος, πολυτάραχος, σκληρός, μανιασμένος, θυελλώδης, έξαλλος, ξέφρενη, ξέφρενο, φρενήρη
Μεταφράσεις: ξέφρενος, πρόχειρος, φρενιτιώδης, μανιώδης, τραχύς, άγριος, πολυτάραχος, σκληρός, μανιασμένος, θυελλώδης, έξαλλος, ξέφρενη, ξέφρενο, φρενήρη