Έξαλλος στα γαλλικά
Μετάφραση: έξαλλος, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
fou, frénétique, insensé, forcené, furieux, furieuse, colère, fureur, en colère
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: έξαλλος
έξαλλος ο τριαντάφυλλος, έξαλλος συνώνυμα, έξαλλος ο παπαδάκης με email για την χρυσή αυγή, έξαλλος έλληνας τραγουδιστής με τις φήμες που τον θέλουν γκέι, έξαλλος πιτσιρικάς κατεβάζει τη s€xy φούστα της μητέρας του, έξαλλος λεξικό γλώσσας γαλλικά, έξαλλος στα γαλλικά
Μεταφράσεις
- έντονος στα γαλλικά - poivré, vivant, courageux, délié, épais, subtil, intense, ...
- ένωση στα γαλλικά - guilde, jonction, société, correspondance, union, compagnonnage, alliance, ...
- έξαρση στα γαλλικά - klaxonner, grondement, hausse, mugir, augmentation, essor, gronder, ...
- έξη στα γαλλικά - usage, habit, habitude, pratique, coutume, constitution, accoutumance, ...
Τυχαίες λέξεις
Έξαλλος στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: fou, frénétique, insensé, forcené, furieux, furieuse, colère, fureur, en colère
Μεταφράσεις: fou, frénétique, insensé, forcené, furieux, furieuse, colère, fureur, en colère