Μανιώδης στα γαλλικά

Μετάφραση: μανιώδης, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
effréné, éperdue, frénétique, fou, invétéré, invétérée, acharné, invétérés, invétérées
Μανιώδης στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μανιώδης

μανιώδης συνώνυμα, μανιώδης καπνιστής, μανιώδης κατάθλιψη, μανιώδης λεξικό γλώσσας γαλλικά, μανιώδης στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • μανιτάρι στα γαλλικά - champignon, champignons, de champignons, mushroom, de champignon
  • μανιφέστο στα γαλλικά - proclamation, manifeste, Manifesto, manifeste de, le manifeste, manifeste du
  • μαντάρω στα γαλλικά - passefiler, repriser, ravauder, raccommoder, reprise, sacrément, diablement, ...
  • μαντήλι στα γαλλικά - foulard, cache-col, mouchoir, fichu, mouchoirs, un mouchoir, mouchoir de
Τυχαίες λέξεις
Μανιώδης στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: effréné, éperdue, frénétique, fou, invétéré, invétérée, acharné, invétérés, invétérées