Impartialité στα ελληνικά
Μετάφραση: impartialité, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισότητα, ανιδιοτέλεια, δικαιοσύνη, αμεροληψία, αμεροληψίας, την αμεροληψία, της αμεροληψίας, η αμεροληψία
Μεταφράσεις
- amer στα ελληνικά - στυφός, πνιγηρός, καυστικός, πικρός, σκληρός, σέρτικος, άγριος, ...
- astreins στα ελληνικά - εξαναγκάζω
- blâmant στα ελληνικά - κατηγορώντας, κατηγορούμε, κατηγορούν, να κατηγορούμε, κατηγορεί
- changeant στα ελληνικά - ιδιότροπος, ταραγμένος, πτητικός, εκκεντρικός, ευμετάβλητος, κέφι, αλλοπρόσαλλος, ...
Τυχαίες λέξεις
Impartialité στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισότητα, ανιδιοτέλεια, δικαιοσύνη, αμεροληψία, αμεροληψίας, την αμεροληψία, της αμεροληψίας, η αμεροληψία
Μεταφράσεις: ισότητα, ανιδιοτέλεια, δικαιοσύνη, αμεροληψία, αμεροληψίας, την αμεροληψία, της αμεροληψίας, η αμεροληψία