Intime στα ελληνικά
Μετάφραση: intime, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στενός, πνιγηρός, εσωτερικός, κολλητός, εσωτερικό, κοντά, ιδιαίτερος, αποπνιχτικός, οικείος, ενδόμυχος, ιδιωτικός, φαντάρος, έντερο, απόρρητος, μέσα, ενδοχώρα, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abolies στα ελληνικά - καταργήθηκε, καταργηθεί, καταργούνται, καταργήθηκαν, καταργηθούν
- bercées στα ελληνικά - εφησυχάζουμε, εφησυχάσουν, επαναπαύονται, αποκοιμίσει, αποκοιμηθεί
- bêta στα ελληνικά - χαζός, βήτα, β, beta, βητα
- caressés στα ελληνικά - χάιδευε, χάιδεψε, χάιδευαν, χάιδεψα, χαϊδεύεται
Τυχαίες λέξεις
Intime στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στενός, πνιγηρός, εσωτερικός, κολλητός, εσωτερικό, κοντά, ιδιαίτερος, αποπνιχτικός, οικείος, ενδόμυχος, ιδιωτικός, φαντάρος, έντερο, απόρρητος, μέσα, ενδοχώρα, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Μεταφράσεις: στενός, πνιγηρός, εσωτερικός, κολλητός, εσωτερικό, κοντά, ιδιαίτερος, αποπνιχτικός, οικείος, ενδόμυχος, ιδιωτικός, φαντάρος, έντερο, απόρρητος, μέσα, ενδοχώρα, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής