Mordez στα ελληνικά
Μετάφραση: mordez, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δαγκώνω, δάγκωμα, τσίμπημα, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- armer στα ελληνικά - όπλο, μπράτσο, κόκορας, πετεινός, χέρι, βραχίονα, βραχίονας, ...
- cité στα ελληνικά - πόλη, περιουσία, μητρόπολη, χωριό, πόλης, της πόλης, την πόλη
- collectivisme στα ελληνικά - κολλεκτιβισμός, κολεκτιβισμός, κολεκτιβισμού, κολεκτιβισμό, ο κολεκτιβισμός
Τυχαίες λέξεις
Mordez στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δαγκώνω, δάγκωμα, τσίμπημα, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει
Μεταφράσεις: δαγκώνω, δάγκωμα, τσίμπημα, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει